Δύσκολες μέρες για γάτες. Αυτή η κρίση μας έχει ρημάξει τους σκουπιδοτενεκέδες. Πλέον βρίσκουμε μόνο ζαρζαβατικά και κανά κομματάκι φέτα από τη χωριάτικη. Πάνε τα μισοφαγωμένα σουβλάκια, οι πίτσες και τα ψαροκόκκαλα _ΝΙΑΟΥ_ Αλλά δε φτάνει η πείνα, έχουμε κι αυτή τη ζέστη που μας έκαψε τις τελευταίες μέρες. Ψάχνουμε κανά σκιερό μέρος να βρούμε να αράξουμε γιατί για αιρκοντίσιον ούτε λόγος να γίνεται(ΝΙΑΟΥ). Και μετά από όλα αυτά είχα και την αδερφή μου προχθές που μου φόρτωσε τα γατιά της γιατί αυτή ήθελε να πάει στη συναυλία του Χατζηγιάννη λέει (ΝΙΑΟΥ).
Τι να κάνω και γω ο κακόμοιρος ο γάτος πέρασα το βράδυ μου κάνοντας babysitting.
«Λοιπόν μικρά μου γατάκια θα σας πω μια ιστορία για τον προ προ προ πάππου σας που ήταν μεγάλος και τρανός στην εποχή του», άρχισα να λέω στα ανιψάκια μου.
«Ποιος ήταν, ποιος ήταν θειούλη», με ρώτησαν με ανυπομονησία τα μικρά μου!
«Τον φώναζαν ο Παπουτσωμένος Γάτος…» τους είπα, αλλά πριν τελειώσω τη φράση μου τα γατάκια με διέκοψαν απογοητευμένα «Αααα, το ξέεερουμεεε».
Χαμογέλασα και γω τι να κάνω, και τους είπα. «Δεν πρόκειται για αυτόν που ξέρετε εσείς, είναι ένας άλλος που δεν ήταν γάτος μυλωνά, αλλά γάτος βασιλιά» και αμέσως τα ματάκια των μικρών έλαμψαν και στρώθηκαν στο δροσερό πάτωμα για ν’ ακούσουν…(ΝΙΑΟΥ)
«Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς που κυβερνούσε μια χώρα, που την κυβερνούσε και πριν ο πατέρας του. Τον τελευταίο καιρό είχε αρρωστήσει πάρα πολύ και οι γιατροί έλεγαν πως γρήγορα θα πεθάνει. Έτσι ο βασιλιάς κάλεσε τον πρωτότοκο γιο του και του είπε. Γιε μου, ήρθε η ώρα να αναλάβεις τις ευθύνες σου και να οδηγήσεις εσύ αυτή τη χώρα στο μέλλον. Μετά από λίγες μέρες ο βασιλιάς πέθανε και οι τύχες της χώρας πέρασαν στο πρωτότοκο γιο. Μαζί με όλα τα υπάρχοντα ο πατέρας του τού άφησε και έναν γάτο, που τον είχε βρει πριν από πολλά χρόνια μικρό γατάκι τότε, που έτρεχε να κρυφθεί καθώς κάτι συμμορίτες που λεηλατούσαν το χωριό που έμενε, είχαν μπει στο σπίτι που έμενε και σκότωναν όποιον ήταν μέσα…
Ο γιος λοιπόν βρέθηκε ξαφνικά να είναι βασιλιάς μιας χώρας και αφεντικό ενός γάτου. Όμως δεν είχε καθόλου όρεξη για να κυβερνήσει. Του άρεσε να τρέχει, να κάνει ποδήλατο και να χορεύει και όταν έβρισκε καιρό έπαιρνε και καμιά απόφαση για το βασίλειο του. Έτσι η χώρα άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα και ο λαός διαμαρτυρόταν για την ανικανότητα του νέου τους βασιλιά.
Αυτός όμως δεν έπαιρνε χαμπάρι και έπαιζε με τον γάτο του που τον έντυνε στρατηγό και πολεμούσαν φανταστικούς εχθρούς.
Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο ο λαός ξεσηκώθηκε και βγήκε στους δρόμους. Ο βασιλιάς όταν αντίκρισε το μαινόμενο πλήθος έξω από το μέγαρο που έμενε κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι του. Τότε ο γάτος κορδώθηκε και πλησίασε το αφεντικό του. Μη φοβάσαι βασιλιά μου, του είπε, εγώ θα σε σώσω.
Αμέσως φόρεσε τα φανταχτερά ρούχα του στρατηγού φόρεσε ένα μεγάλο καπέλο γεμάτο φτερά και ένα ζευγάρι μπότες και έτρεξε αμέσως στο γειτονικό βασίλειο του ισχυρού Μερκελάνου. Εκεί αφού εξιστόρησε πως ο βασιλιάς του βρισκόταν σε άσχημη θέση, ζήτησε βοήθεια. Ο Μερκελάνος δεν αρνήθηκε να βοηθήσει, αλλά ζήτησε ανταλλάγματα, τα οποία ο Παπουτσωμένος Γάτος έκανε αμέσως δεκτά. Με τη βοήθεια του Μερκελάνου, ο λαός του στο βασίλειο του Παπουτσωμένου Γάτου ηρέμησε για λίγο.
Ο βασιλιάς ευχαριστημένος έχρισε τον Παπουτσωμένο Γάτο Μέγα Προστάτη του Βασιλείου και των Πολιτών.
Όμως μετά από λίγο ο Μερκελάνος άρχισε να ζητά τα ανταλλάγματα και πονηρός ο Παπουτσωμένος Γάτος φόρτωσε στο λαό να πληρώσει αυτός όλα τα ανταλλάγματα. .
Όταν το κατάλαβε ο λαός στράφηκε εναντίον του βασιλιά και του Παπουτσωμένου Γάτου. Τότε αυτός χρησιμοποίησε τον στρατό του Βασιλιά για να επιβάλει την τάξη. Για άλλη μια φόρα τα κατάφερε, αλλά ο λαός αντί να φοβηθεί εξαγριώθηκε περισσότερο και αυτή τη φορά κινήθηκε εναντίον του Παπουτσωμένου Γάτου.
Τότε ο Παπουτσωμένος Γάτος έτρεξε στον Μερκελάνο και του ζήτησε βοήθεια, γιατί δήθεν κάτι συμμορίτες που λυμαίνονταν τη χώρα του απειλούσαν τη ζωή του και τη ζωή της γυναίκας του και της κόρης του.
Ο Μερκελάνος που ήθελε να τον ξεφορτωθεί του έδωσε για βοήθεια έναν παντοδύναμο μάγο να τον βοηθήσει με τα μαγικά του. Το μόνο κακό ήταν ότι ο μάγος έπινε πολύ και μεθούσε και τότε τα έκανε μπάχαλο με τα μαγικά του…
Ο Παπουτσωμένος Γάτος σίγουρος πλέον για την ασφάλεια του γύρισε στο βασίλειο και έστησε μαζί με τον βασιλιά και τον μάγο ένα τρικούβερτο γλέντι που κράτησε όλη τη νύχτα.
Ο λαός όμως βλέποντας τους άρχοντες του να μην λογαριάζουν την οργή του, αποφάσισε να βάλει ένα τέλος.
Μόλις στο παλάτι του βασιλιά όλοι κοιμήθηκαν αποκαμωμένοι από το γλέντι το φαί και το πιοτό, τότε πήραν ότι βρήκαν μπροστά τους ξύλα, πυρσούς, πιρούνες, και ότι άλλο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως όπλο και πήραν το δρόμο για το κάστρο του βασιλιά.
Οι φωνές ξύπνησαν τον Παπουτσωμένο Γάτο που όταν βγήκε στο μπαλκόνι και είδε τον πλήθος να έρχεται με φωτιές για να τους κάψει φώναξε τον μάγο που τρεκλίζοντας από το μεθύσι πλησίασε τον Παπουτσωμένο Γάτο. Τότε αυτός του είπε, θέλω να τους κάνεις τόσο άκακους που να φοβούνται τα ποντίκια… Και ο μάγος μέσα στο μεθύσι του μετέτρεψε το πλήθος των ανθρώπων σε φοβισμένους ελέφαντες που έτρεχαν να σωθούν από τα ποντίκια που δήθεν τους κυνηγούσαν. Μέσα όμως στο φόβο τους έτρεχαν μανιασμένα παρασύροντας τα πάντα και μαζί τους παρέσυραν τον μάγο, τον βασιλιά, τον Παπουτσωμένο Γάτο και ότι κακό τυραννούσε τη χώρα τους, και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα». Κάπως έτσι τελείωσα το παραμύθι, αλλά όταν κοίταξα τα μικρά ανίψια μου είχαν ήδη αποκοιμηθεί. Δεν πειράζει έτσι κι αλλιώς μικρά είναι να ακούν για επαναστάσεις. Αρκεί όταν ξυπνήσουν να μην είναι αργά… για τη ζωή τους στο δικό τους βασίλειο! (ΝΙΑΟΥ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου